αἰών

αἰών
-ῶνος + N 3 25-72-74-348-231=750 Gn 3,22; 6,3.4; 13,15; Ex 12,24
often stereotypical rendition of עולם; lifetime, life TobS 14,7; age, generation 1 Ezr 4,40; long space of time, age Ezr 4,15; eternity TobS 14,6; world? Wis 14,6; αἰῶνες the ages, eternity Tob 13,4
ἀπ᾽ αἰῶνος of old Gn 6,4; ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος from age to age 1 Chr 16,36; δι᾽αἰῶνος
for ever Dt 12,28; εἰς τὸν αἰῶνα for ever Gn 3,22; ἐξ αἰῶνος καὶ ἕως αἰῶνος of old or from long ago and forever Jer 7,7; εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον for ever Jdt 15,10; εἰς αἰῶνα αἰῶνος for ever and ever Ps 18(19),10; ἕως (τοῦ) αἰῶνος for ever Gn 13,15; ἕως αἰῶνος οὐκ never, not ever Ps 48(49),20; πρὸ τῶν αἰώνων from eternity Ps 54(55),20; τὸν αἰῶνα Ai‛on, a cosmic deity? or the world? Wis 13,9
*Is 17,2 καταλελειμμένη εἰς τὸν αἰῶνα abandoned for ever-עד עזבת for MT ערי עזבות deserted cities of;
*Is 19,20 εἰς τὸν αἰῶνα for ever-ָלַעד for MT ְלֵעד as a witness; *Ez 32,27 ἀπὸ αἰῶνος of old-מעולם for MT מערלים of the un-circumcised; *Ps 47(48),9 εἰς τὸν αἰῶνα forever -עלמות for MT על־מות unto death; *Ps 89(90),8 ὁ αἰὼν ἡμῶν our age-עלמינו עולם for MT עלמנו עלם our hidden things, secret sins; *Jb 19,18 εἰς τὸν αἰῶνα for ever-עולם for MT עוילים young children; *Est 9,32 εἰς τὸν αἰῶνα onwards, for ever- האָָהְל for MT הלָּהֵאֶ these
Cf. GILBERT 1973 34-35(Wis 13,9); LARCHER 1985 771-772(Wis 13,9; 14,9); LE BOULLUEC 1989
176(Ex 15,18); PIETERSMA 1997, 188; SCHAPER 1995, 54-57; WOSCHITZ 1988, 52-54; →NIDNTT; TWNT

Lust (λαγνεία). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Αιών —         (aion) (греч.); Aon (нем.) век, вечность, эпоха, жизненный цикл.         см. Эон. Философский энциклопедический словарь. М.: Советская энциклопедия. Гл. редакция: Л. Ф. Ильичёв, П. Н. Федосеев, С. М. Ковалёв, В. Г. Панов. 1983 …   Философская энциклопедия

  • αἰών — aevum masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀίων — ἀΐων , ἀίω 1 perceive pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰῶν' — αἰῶνα , αἰών aevum masc acc sg αἰῶνι , αἰών aevum masc dat sg αἰῶνε , αἰών aevum masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αιών — Εφημερίδα με μεγάλη κυκλοφορία και δημοτικότητα που εκδιδόταν στην Αθήνα (1838 88) από τον Ιω. Φιλήμονα και από τον Τιμ. Ιω. Φιλήμονα, τρεις φορές την εβδομάδα. Είχε φιλορωσική πολιτική, γι’ αυτό και γαλλικά ναυτικά αγήματα κατέστρεψαν τα γραφεία …   Dictionary of Greek

  • Αἰῶν — Αἶα fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰῶν — αἰάζω cry fut part act masc voc sg αἰάζω cry fut part act neut nom/voc/acc sg αἰάζω cry fut part act masc nom sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀιών — ἀ̱ιών , ἠιών shore fem nom/voc sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εικοστός Αιών — Τίτλος δύο περιοδικών. 1. Εβδομαδιαίο περιοδικό που εκδιδόταν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. Ιδρυτής του υπήρξε ο Α. Δρακόπουλος. 2. Μηνιαίο περιοδικό που εκδιδόταν στην Αθήνα. Ιδρυτής και διευθυντής του… …   Dictionary of Greek

  • Νέος Αιών — Τίτλος εφημερίδων και περιοδικών. 1. Αθηναϊκή εφημερίδα που ιδρύθηκε το 1882. 2. Εβδομαδιαία εφημερίδα. Ιδρύθηκε το 1891 με έδρα τη Ζάκυνθο. 3. Ημερήσια εφημερίδα (1900 1908). Ιδρύθηκε από τον Α. Μεταξά με έδρα την Πάτρα. 4. Εβδομαδιαία εφημερίδα …   Dictionary of Greek

  • αἰῶνα — αἰών aevum masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”